ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ


Δευτέρα, 01 Ιουλίου 2013 07:36

Το φούντο του Ιταλιάνου

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Έδεκει, κάτου από την Πλατέα, εδέσποζε το Μέγαρο, που ήτανε το καμάρι τση Κεφαλονιάς. Το Μέγαρο είχε δύο όψεις και δύο εισόδους, η νιά από το μέρος τση Πλατέας και η άλλη στο δρόμο, απέναντι στο γιαουρτάδικο του Καραπαπούτση και, πουλιό εδώ, ήτανε το περίφτερο του Σωτήρη, του Γαλιατσάτου, που μέσα σε δαύτο έγραψε τους στίχους, που επήρε στα χέρια του ο συνθέτης Σπύρος Μαρκάτος (Φούρας) και έφτιακε τον ύμνο τση Κεφαλονιάς («Το καράβι»), που έγινε γνωστό στα πέρατα τση Γης, τσου απανταχού Κεφαλονίτες και όχι μόνο...

Αιτία, όμως, για τη σκανταλιά, σταθήκε η σκοπιά, στην είσοδο του Μεγάρου, που είχαν το Διοικητήριό τσου οι Ιταλιάνοι. Στο επάνου μέρος τση σκοπιάς, έγραφε στα ιταλικά, παρή και στα ελληνικά, όποιος επέρναε εδεκείθενε, έπρεπε να χαιρετάει φασιστικά. Στο κάτω μέρος τση σκοπιάς, είχανε βάλει ένα κομμάτι λατό και, κάθε φορά που κάποιος εσαλουτάριζε, ο σκοπός ήτανε υποχρεωμένος, να ανταποδώσει το χαιρετισμό, κάνοντας προσοχή και χτυπώντας το ποδάρι του, με δύναμη, στη λαμαρίνα. Οι δε αρβύλες του φαντάρου, από κάτουθε, ήτανε ολόγιομες αρβυλόπροκες και, στο πίσω μέρος του τακουνιού, είχανε ένα πέταλο (όχι όπως εκειό, που εβάνανε στα άλογα, παρή πιο πίκολο). Καταλαβαίνει κανείς, το θόρυβο, που εκάνανε...

Σπάνια επερνούσανε οι ντόπιοι, εδεκείθενε, μπροστά από τη σκοπιά, για να αποφύγουνε τη χαιρετούρα.

Δεν ξερω ποιανού ήτανε η ιδέα και λέει «βωρές, δεν κάνουμε κάτι, να κουρλάνουμε το σκοπό (που ήτανε ένα μικροκαμωμένο παλληκαράκι, που ήτανε, δεν ήτανε είκοσι χρονώνε);» και ούλοι, αντάμα, εσυμφωνήσαμε με ένα μεγάλο «ναι»! Το σκέδιο εμπήκε σε εφαρμογή! Αρκινήσαμε, όπου λες, να περνάμε, ένας-ένας, μπροστάθενε από τη σκοπιά και να σηκώνουμε το χέρι, χαιρετώντας φασιστικά. Στην αρχή, σα να του καλάρεσε του σκοπού, που εξεμούδιαζε. Που νά 'ξερε, όμως, ο έρμος, τι τον επερίμενε, που κάθε μινούτο, εφέρναμε γύρω-γύρω, το Μέγαρο και να σου χαιρετούρα κι εκειός ο φουκαράς,μπάκα-μπούκα, προσοχή, στη λαμαρίνα, γιατί δε μπορούσε να κάμει αλλιώτικα, παρή να ανταποδώσει το φασιστικό χαιρετισμό και μέσαθέ του θά 'λεγε «λάσα παρόλα, για τα ησυχώτερα..»

Επέρασε το τέμπο και το βάσανό του έλαβε τέλος, μιας και ήρτε άλλος να τονε καμπιάρει. Ετότενες, ο μικρόσωμος Ιταλιάνος φρουρός, με το μουσκέτο του στον ώμο, τράβηξε για Μέτελα μεριά, για τσι στρατώνες, κάτουθε από το παλεγό Νοσοκομείο.
Δε μας έφτανε το στασίνιο, που του εκάμαμε, παρή κάθε βολά, που τον εβλέπαμε στα καντούνια, τον εκογιονάραμε, κιόλας. Ευκειός, κάπου-κάπου, μες έριχνε κανιά βρισιά στα ιταλικά και κανά δυο φορές, για να μας σπαβεντάρει, έκανε ότι βγάνει το όπλο, από τον ώμο του, αλλά εμείς δεν αμπαδάραμε, από τέτοια κιάσα...

Νια βολά, όμως, τι τον έπιακε, αντί να πάει ντρέτα, κατά Μέτελα μεριά, άλλαξε ρότα κι, έδεκει τσι Καλόγριες (όπου είναι σήμερα το μέγαρο του Κωνσταντάτου, του σπετσιέρη, του φαρμακοτρίφτη, δηλαδή του Μπακάκου τση Κεφαλονιάς), που, πουλιό εδώ, ήτανε η μπακαλοταβέρνα του Κωσταντή, του Τιμοθεάτου και το παλατσίνο τση Μουσικής (ρεγάλο του Γερμενή από την Έρισσο), έστριψε! Ευκείνη ήτανε η απερτούρα, να τον σιμώσουμε, νια και του είχαμε πάρει τον αέρα και δεν τον εσκιαζόμασταν. Τόμου επλησίασε το μόλο, έδεκει που είχανε τα ρεμέτζα τους οι μπεζίνες, ο Μενάγιας και ο καπετά-Διονύσης, ο Ποταμιάνος (φρατέλος του μαέστρου τση χορωδίας, του Αμακαδώρου), που εκειά τα χρόνια, εκάνανε την περατζάδα Γροστόλι-Χωροπούλα (εκειό το τέμπο, οι Κολομπαίοι, είχανε μοναχά καΐκια, για να φέρνουνε το νεγκότσιο τους στο Αργοστόλι, παρή σήμερα, ευκείνοι έχουνε τα φέρρυ τσου κι εμείς τσι αναμνήσεις...). Σε ένα μομέντο, ο ...φίλος μας, ο Ιταλιάνος, ανέβηκε επάνου στο μόλο και, με ένα γιούργιο, του εδώκαμε νια αμποξιά και, στο μομέντο, εβρέθηκε στη θάλασσα! Έδεκει τα νερά, δεν ήτανε και τόσο βαθειά, όπως σήμερα, και το νερό έφτανε μίσια με τη μέση του. Τόμου εκαταλάβαμε, τι είχαμε κάνει (απορώ, πώς δεν εμελιδιάστηκε), ρεντάτοι εξαφανιστήκαμε, σαν αστραπή, για τσι κάζες μας και, για κάμποσο καιρό, δεν εμφανιστήκαμε στην Πλατέα, ούτε και στο κέντρο του Αργοστολιού, παρή ετζογάραμε έδεκει στο 1° Δημοτικό (1° Δημοτικό, ήταν ευκειό, που τώρα ονομάζουνε 4° και ποτέ μου δεν κατάλαβα, γιατί του αλλάξανε το νούμερο, ας είναι) και στον Άι Θανάση.

Ο «αμίκος», ο Ιταλιάνος σκοπός του Μεγάρου, δεν έκαμε τίποτσι εναντίον μας και το πράμα επήε αμόντε. Τώρα, πώς εδικαιολόγησε το μουσκίδι, που ήτανε, τόμου έφτακε στη στρατώνα του, μόνο ευκειός το ξέρει. Εμείς, πάντως, μετά από λίγες μέρες, δειλά-δειλά, εμφανιστήκαμε στην Πλατέα, παρή, ούτε γάτα, ούτε ζημιά! Αρκετές βολές τον εγλέπαμε κι εκειός μας έγλεπε, αλλά ούτε παρόλα, για το ...μπανιάρισμα. Νομίζω, πως δεν μας κράτησε αμάχη.

Η ομάδα, που έκαμε ευκειό το κάζο στον Ιταλιάνο, θε' νά 'μαστε κανιά δεκαριά πικατάρατοι, από δώδεκα χρονώνε, μίσια το μεγαλύτερο, που ήτανε ο δεκαεξάχρονος Κώστας Κοκόλης (μακινίστας και τζόβενο στη μπεζίνα του Μενάγια, σήμερα δεν ζει, μάλιστα έφυε, μπορνόρα-μπονόρα, μπριχού φτάκει στα τριάντα), οι άλλοι ήμασταν ο Νίκος ο Νικολόπουλος, ο Μιχάλης ο Μπάλας, ένας από τσου αδερφούς Ιμαήλου, η αφεντιά μου, όσο για τσου υπόλοιπους, δεν τσου θυμάμαι, για να πω την αλήθεια.
Ετούτη ήτανε η ιστορία, με το φουντάρισμα του σκοπού στη θάλασσα, που την εκράτησα στη μνήμη μου ζωντανή, μέχρι και τα σήμερα, για δαύτο, σας την εσερβίρησα, όπως ήτανε, χωρίς φιοριτούρες.

Τσάο αμίτσι!
Κείμενα – Παρουσίαση:
Διονύσης Τζουγανάτος

Γλωσσάρι:

μπριχού = πριντέμπο
χρόνος ακουπάδα = κατειλημμένη (κατακτημένη, εν προκειμένῳ)
λότζα = υπόστεγο από λαμαρίνα
ταμπλάτσο = πίνακας/ταμπέλακι
άσα = κόλπα
κάζο = περιστατικό
τζογάρω = παίζωσκαρτσούνι
κάλτσαμομέντο = λεπτό της ώρας
πουλιό = πιό
περίφτερο = περίπτερο
πίκολο = μικρό
δελέγκου = αμέσως
λάσα παρόλα = άσε την κουβέντα
καμπιάρω = αντικαθιστώ
μοσκέτο = πυροβόλο όπλο
καντούνι = στενό
δρομάκικογιονάρω = κοροϊδεύω
έπιακα = έπιασα
σπαβεντάρω = τρομάζω
ντρέτος = ίσιος
σπετσιέρης = φαρμακοποιός
παλατσίνο = παλατάκι
ρεγάλο = δώρο
απερτούρα = ευκαιρία
ρεμέτζο = αγκυροβόλι
φρατέλος = αδελφός
νεγκότσιο = εμπόριο
ρεντάτοι = τρεχάτοι
μελίδια = κομμάτια
αμίκος = φίλος
αμάχη = μίσος/κακία
παρόλα = λέξη
μακινίστας = μηχανικός
μπεζίνα = μηχανοκίνητη άκατος
μπονόρα = νωρίς
πικατάρατος = διάολος


http://www.kefalonitis.com/articles.php?action=view_listing&articles_id=541&articles_category_1=14

Διαβάστηκε 102 φορές